Συγκεκριμένο στέλεχος παρβοϊού πιθανολογείται πως ευθύνεται για την συσσώρευση περιστατικών αυξημένης τροπονίνης σε παιδιά που έχουν περάσει λοίμωξη από τον συγκεκριμένο ιό. Τα πρόσφατα κρούσματα σε παιδικό σταθμό της Θεσσαλονίκης και η τραγική απώλεια ενός κοριτσιού 3,5 ετών με μυοκαρδίτιδα έχουν θέσει σε εγρήγορση τις υγειονομικές υπηρεσίες και τους επαγγελματίες υγείας, οι οποίοι καλούνται από τον ΕΟΔΥ να βρίσκονται σε κατάσταση αυξημένης κλινικής υποψίας.
Μιλώντας στο iatronet.gr, ο παιδοκαρδιολόγος Χριστόφορος Γαβράς (επιβεβαιώνει την αύξηση των κρουσμάτων, η οποία περιγράφεται με μια περιοδικότητα 5 ως 10 ετών. Εκπέμπει μήνυμα προς τους γονείς για "υψηλή υποψία χωρίς πανικό" και δίνει τον "οδικό χάρτη" της διερεύνησης των ύποπτων περιστατικών. Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Ένωσης Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων Βορείου Ελλάδος, Όλγα Τζέτζη (φωτογραφία), περιγράφει τη συμπτωματολογία που πρέπει να θορυβήσει τους γονείς, στο πρώτο 15νθήμερο μετά από μια συνηθισμένη ιογενή λοίμωξη, όπως αυτή με τον παρβοϊό Β 19, και να τους οδηγήσει στον παιδίατρο.
Ιοί και μυοκαρδίτιδα
"Η μυοκαρδίτιδα είναι μια φλεγμονή του μυοκαρδίου, η οποία μπορεί να οφείλεται σε ποικίλα αίτια, με βασικό αίτιο τους ιούς", αναφέρει ο κ. Γαβράς. Όπως διευκρινίζει, το συνηθέστερο αίτιο μυοκαρδιτίδων από ιούς, διαχρονικά, ήταν οι αδενοϊοί και οι εντεροϊοί, αλλά τα τελευταία χρόνια έχουν αναδειχτεί και ο παρβοϊός Β 19, καθώς και ο ανθρώπινος ερπητοϊός τύπου 6, γεγονός που έχει καταγράψει από το 2021 η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία.
"Όλοι όμως οι ιοί δεν είναι καρδιοτρόποι. Δεν σημαίνει δηλαδή ότι όποιος υποστεί μια ιογενή λοίμωξη από παρβοϊό, αδενοϊό ή εντεροϊό στο τέλος θα εκδηλώσει και μυοκαρδίτιδα. Εξαρτάται από το συγκεκριμένο στέλεχος που θα προσβάλει τον ανθρώπινο οργανισμό και από την αντίδραση του ανθρώπινου οργανισμού στο συγκεκριμένο στέλεχος", εξηγεί.
Η τρέχουσα αύξηση των περιστατικών δεν συμβαίνει πρώτη φορά, αλλά εμφανίζεται με περιοδικότητα 5 ως 10 ετών. "Προφανώς, έχει έρθει η στιγμή για να υπάρχει εκδήλωση μιας πιο μεγάλης συσσώρευσης περιστατικών από ένα συγκεκριμένο στέλεχος. Αλλά η ταυτοποίηση του στελέχους χρειάζεται πιο εξειδικευμένες εξετάσεις, που όπως γράφει το έγγραφο του ΕΟΔΥ είναι ήδη σε εξέλιξη", σημειώνει.
Ο παιδοκαρδιολόγος διευκρινίζει πως η αυξημένη τροπονίνη δεν θέτει από μόνη της τη διάγνωση της μυοκαρδίτιδας και αποτρέπει τους γονείς από το να προβαίνουν άκριτα σε εξετάσεις για τον συγκεκριμένο δείκτη. "Παίρνουμε το ιστορικό, κάνουμε την κλινική και παρακλινική εξέταση, καρδιογράφημα, διαθωρακικό υπερηχογράφημα και αν δεν προκύψει ένδειξη για εργαστηριακό έλεγχο, δεν τον κάνουμε", επισημαίνει, συμπληρώνοντας πως οι τιμές της τροπονίνης μπορεί να αυξηθούν και από άλλες αιτίες, ενώ έχει μεγάλη σημασία ο βαθμός αύξησης.
"Μπορεί με την τροπονίνη να ασχολιόμαστε σε 5 παιδιά το χρόνο τα προηγούμενα χρόνια, και φέτος να έχουμε 25. Είναι πραγματικά αυξημένα τα περιστατικά, αλλά τα περισσότερα έχουν ήδη έρθει έχοντας στα χέρια τιμές εργαστηριακές. Δεν τις παραγγέλλουμε δηλαδή πρώτοι εμείς", αναφέρει.
Στον παιδίατρο
Όπως αναφέρει η παιδίατρος, Όλγα Τζέτζη, η λοίμωξη από παρβοϊό έχει συνήθως την κλινική εικόνα του λοιμώδους ερυθήματος ή πέμπτης νόσου, που εκδηλώνεται με το χαρακτηριστικό κοκκίνισμα στο μάγουλο ("εξάνθημα του χαστουκισμένου μάγουλου"), το οποίο καθιστά εύκολη τη διάγνωση από τον παιδίατρο. "Είναι μια κοινή ίωση, στην πλειονότητα των περιπτώσεων αυτοιώμενη, που περνά με αντιπυρετικά εφόσον συνοδεύεται και από πυρετό. Είχαμε πολλά περιστατικά με την χαρακτηριστική αυτή κλινική εικόνα το τελευταίο διάστημα", επισημαίνει η κ.Τζέτζη, προσθέτοντας: "Σπάνια μπορεί να κάνει σοβαρές επιπλοκές, όπως η μυοκαρδίτιδα και διαταραχές στο αίμα σε παιδιά, η αρθρίτιδα στους ενήλικες, ενώ μπορεί να είναι πολύ επικίνδυνη στις έγκυες γυναίκες".
Ο γονέας θα αναγνωρίσει ύποπτα συμπτώματα για πιθανή μυοκαρδίτιδα στις πρώτες μια με δύο εβδομάδες μετά τη λοίμωξη, οδηγώντας το παιδί πρώτα στον παιδίατρο, ο οποίος επίσης γνωρίζει το παιδί και θα προβεί στην αναγκαία διερεύνηση.
"Αν το παιδί δεν έχει ανακτήσει τα επίπεδα της ενεργητικότητας και της αντοχής που είχε πριν από τη λοίμωξη, αν κουράζεται εύκολα, αν παραπονεθεί για θωρακικό πόνο, αν έχει ταχυκαρδία ή γρήγορη και κοντή ανάσα σε ηρεμία, πρέπει να διερευνηθεί", σημειώνει η κ. Τζέτζη. Σε περίπτωση που επιβεβαιωθεί η υποψία από την παιδιατρική εξέταση γίνεται παραπομπή σε παιδοκαρδιολόγο.
"Εκείνος θα κάνει τη δική του κλινική εξέταση, θα λάβει το δικό του ιστορικό, θα επισημάνει ότι υπάρχουν τα αντικειμενικά ευρήματα, θα κάνει καρδιογράφημα για την καταγραφή τυχόν παθολογικών ευρημάτων και υπερηχοργάφημα καρδιάς για να δει τις διαστάσεις της καρδιάς, τη συσταλτικότητά της, την τυχόν παρουσία περικαρδιακού υγρού από φλεγμονή και του περικαρδίου", αναφέρει ο κ. Γαβράς, συμπληρώνοντας: "αν τα πράγματα κατατείνουν στη διάγνωση της μυοκαρδίτιδας, θα παραγγελθεί τώρα πλέον ο εργαστηριακός έλεγχος, που είναι κυρίως η καταγραφή της τροπονίνης υψηλής ευαισθησίας. Στο τέλος θα δούμε και το νατριουρητικό πεπτίδιο και τα ευρήματα συνδυαστικά θα μας οδηγήσουν στη διάγνωση και στην παραπομπή στο νοσοκομείο".
Υψηλή υποψία χωρίς πανικό
Ο παιδοκαρδιολόγος συμπυκνώνει το μήνυμα στη φράση "να υπάρχει υψηλή υποψία, αλλά δεν χρειάζεται πανικός".
"Πάντα καταλαβαίνουμε το άγχος των γονέων, αλλά όλα πρέπει να γίνονται βήμα - βήμα. Υπάρχει μια βασική αρχή που λέμε ότι δεν θεραπεύουμε νούμερα, θεραπεύουμε ανθρώπους", σημειώνει προσθέτοντας: "Όταν ένα παιδί είναι μέσα στην καλή χαρά, ενεργητικό, τρέχει, κάνει ότι έκανε πάντα, αλλά πάμε και κάνουμε μια τροπονίνη επειδή ακούσαμε από άλλους γονείς ότι έκαναν και βγαίνει 3 ή 5, μπαίνουμε σε έναν άσκοπο φαύλο κύκλο επανάληψης και άγχους μέχρι να μηδενίσει, κάτι που κρατάει συνήθως 2 - 3 εβδομάδες".